τζαγγία (τὰ), πρακτικώτατα ὑποδήματα τῶν Βυζαντινῶν, ποὺ εἶχαν πολὺ μεγάλη ἀπήχηση, τόση, ὥστε ἔμεινε ἐξ αὐτῶν ὁ ὑποδηματοποιὸς νὰ καλῆται τζαγγάριος, τζαγγάρης (>τσαγκάρης).
Καλλιτεχνική απεικόνιση που δείχνει πως φορούσαν οι ενήλικες τα παπούτσια στην αρχαιότητα. Τα έκλειναν χρησιμοποιώντας ένα σύστημα εναλλαγής δερμάτινων λωρίδων που σχημάτιζαν κόμπους, οι οποίοι πέρναγαν μέσα από ανοίγματα. Μια δερμάτινη λωρίδα δέρματος κρεμόταν προς τα κάτω, ως διακόσμηση. Πηγή: Ἔρρωσο: Αρχαία παπούτσια ανακαλύπτονται σε Αιγυπτιακό Ναό http://erroso.blogspot.com/2013/02/blog-post_4891.html#ixzz2wY1zc7oi